6/11/2016. Λαϊκισμός, σάτιρα και σκληρό ροκ
Γράφει η ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΩΚΟΥ, δημοσιογράφος
Προχθές το βράδυ, ανήμερα την αμερικανική γιορτή του Χαλοουίν, στo τηλεοπτικό σόου του Τζίμι Κίμελ ο θρύλος της ροκ Αλις Κούπερ παρουσίασε ένα σατιρικό τραγούδι του με τον τίτλο «Elected», τραγουδώντας ζωντανά «Θέλω να εκλεγώ. Γιατί όχι εγώ;». Αν και επίκαιρο, δεν είναι νέο: το τραγούδι είναι από το 1972. Πάνω στη σκηνή, όμως, ο Αλις Κούπερ έφερε τους σημερινούς υποψηφίους των αμερικανικών εκλογών – δύο ηθοποιούς μασκαρεμένους ως Χίλαρι Κλίντον και Ντόναλντ Τραμπ. Υπό τον ήχο σκληρής ροκ μουσικής, πάλευαν για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών με κάθε ανάρμοστο τρόπο που μπορεί να φανταστεί κανείς.
Πέρα από τις πολύ διαφορετικές σε περιεχόμενο και στυλ προεκλογικές εκστρατείες των δύο υποψηφίων, αυτή είναι τελικά η αίσθηση που αφήνει αυτή η εκλογική μάχη: μιας δυσάρεστης αντιπαράθεσης μεταξύ δύο υποψηφίων που έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά δημοτικότητας στην πρόσφατη ιστορία των αμερικανικών εκλογών. Από τη μια πλευρά βρίσκονται οι δηλώσεις του υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών για τους Μεξικανούς, τις γυναίκες, ακόμη και για τους ΑμεΑ (που φροντίζει να κρατά στην επικαιρότητα το στρατόπεδο των Δημοκρατικών με τις διαφημίσεις του) και οι κατηγορίες για σεξουαλική παρενόχληση. Από την άλλη, η συνεχιζόμενη περιπέτεια της υποψηφίας των Δημοκρατικών για τον απρόσεκτο χειρισμό των emails της όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών. Η επανεκκίνηση της έρευνας για εκείνα που βρέθηκαν στον υπολογιστή της συνεργάτιδός της Χούμα Αμπεντίν άνοιξε εκ νέου το ζήτημα λίγο πριν από τις εκλογές. Ο Ντόναλντ Τραμπ εμφανίζεται σίγουρος ότι υπάρχουν ποινικές ευθύνες και οι ψηφοφόροι του συμφωνούν, φωνάζοντας «κλειδώστε τη μέσα».
Την ίδια ώρα, το τελευταίο τεύχος του περιοδικού Foreign Affairs ασχολείται με τη δύναμη του λαϊκισμού, σε σχετική ανάλυση του δημοσιογράφου Φαρίντ Ζακάρια αλλά και συνέντευξη μιας κατ’ εξοχήν εκπροσώπου του, της Μαρίν Λεπέν. Η κυρία Λεπέν δίνει τη δική της ερμηνεία για την «αντισυστημική» τάση, λέγοντας ότι «πρόκειται για ένα είδος εξέγερσης του λαού εναντίον ενός συστήματος που πλέον δεν τους υπηρετεί». Το περιοδικό επιχειρεί να εικονογραφήσει τον αμερικανικό λαϊκισμό στο εξώφυλλό του: είναι το πορτρέτο ενός συντηρητικού λευκού ζευγαριού της βαθιάς Αμερικής. Ο άνδρας φοράει καπέλο της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ. Μία εικόνα χίλιες λέξεις…
«Ποιος λαϊκισμός; Δεν είναι ζήτημα λαϊκισμού», ανθίσταται μια οικονομολόγος που θα ψηφίσει τη Χίλαρι Κλίντον αν και δεν της προκαλεί καμία εμπιστοσύνη. Θεωρεί ότι οι ψηφοφόροι στρέφονται στον Τραμπ διότι απεχθάνονται την Κλίντον. (Η κυρία Λεπέν επίσης επιμένει στη συνέντευξή της στο Foreign Affairs ότι οποιοσδήποτε είναι καλύτερος από την Κλίντον.)
Μία εβδομάδα νωρίτερα, ο Τζίμι Κίμελ είχε στην εκπομπή του τον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος απέδωσε την αρνητική εικόνα της Κλίντον στο γεγονός ότι βρίσκεται «στα χαρακώματα, στην αρένα, τα τελευταία τριάντα χρόνια». Μιλώντας για τις διαφορές των δύο υποψηφίων, ο κ. Ομπάμα είπε ότι η Χίλαρι Κλίντον δεν θεωρεί ότι η δουλειά του προέδρου είναι η δημιουργία εντυπώσεων, αλλά η διαμόρφωση σωστής πολιτικής. Αντίθετα, κατηγόρησε τον Ντόναλντ Τραμπ ότι είναι ο πρώτος υποψήφιος που αμφισβητεί την ακεραιότητα των αμερικανικών εκλογών.
Ωστόσο, εκπομπές όπως εκείνες του Τζίμι Κίμελ δεν απευθύνονται στο συντηρητικό μεσήλικο ζευγάρι του εξωφύλλου του Foreign Affairs, που την ώρα που μεταδίδεται η εκπομπή του βρίσκεται προ πολλού στο κρεβάτι του. Αν και δημογραφικά χάνουν έδαφος, οι λευκοί ψηφοφόροι είναι ακόμα αρκετοί για να εκλέξουν τον Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία, έστω και δύσκολα. Οπως υπολογίζει ο δημοσκόπος Τζον Ζόγκμπι, χρειάζεται σχεδόν το 80% των λευκών ψηφοφόρων για να εκλεγεί. Γι’ αυτό ίσως να έχει δίκιο ο κ. Τραμπ όταν λέει ότι η δική του υποψηφιότητα είναι η τελευταία τους ευκαιρία να εκλέξουν κάποιον σαν εκείνον και να «αλλάξουν την Ουάσιγκτον». Τι σημαίνει αυτό είναι ανοιχτό σε ερμηνείες, όπως και ο λαϊκισμός.
Αναδημοσίευση από την Καθημερινή!