Αλεξάνδρα ΤΟΜΠΡΑ: Η Επιφυλλίδα της Αλεξάνδρας 11/2017
Ένα από τα σοβαρότερα κληροδοτήματα της κρίσης που βιώνει η χώρα μας είναι η υψηλή, σχεδόν εξωπραγματική ανεργία. Ένας τους τέσσερις Έλληνες βρίσκεται εκτός αγοράς εργασίας, ενώ μόλις ένας στους δύο νέους εργάζεται σήμερα. Αλλά οι ιθύνοντες φροντίζουν, όπως μας πληροφορούν, να μειωθεί το ποσοστό των ανθρώπων που στερούνται ενός θεμελιώδους δικαιώματος.
Η αλήθεια είναι ότι ο δείκτης της ανεργίας να υποχωρεί πέριξ του 21% σήμερα, από σχεδόν 28% το 2013, αλλά η μείωση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην μετανάστευση στο εξωτερικό ή την παραίτηση μεγάλου μέρους των ανέργων από τους επίσημους δείκτες. Η μείωση αυτή δεν οφείλεται στην πραγματική μείωση των ανέργων και στο πραγματικό άνοιγμα νέων θέσεων εργασίας.
Και το χείριστο όλων αυτών είναι ότι δεν διαφαίνεται φως ούτε στο άμεσο αλλά ούτε και στο απώτερο μέλλον, όσο και να ανακάμψει η ελληνική οικονομία. Και αυτό διότι τα πραγματικά και δομικά προβλήματα του εργατικού δυναμικού που διαθέτει είναι όχι μόνο δυσεπίλυτα, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις απλά άλυτα.
Ο μεγάλος οικονομολόγος John Maynard Keynes (Κέυνς), πριν από περίπου έναν αιώνα είχε αναφέρει τον όρο «τεχνολογική ανεργία», η οποία προέρχεται από τη δυσκίνητη προσαρμογή των δεξιοτήτων των εργαζομένων στην πρόοδο της τεχνολογίας.
Και πράγματι, αν αναλογιστεί κανείς τα τεχνολογικά επιτεύγματα του τελευταίου αιώνα, καθώς και τις προοπτικές που έχει ανοίξει ο αυτοματισμός στην παραγωγική διαδικασία, δεν είναι δύσκολο να προβλέψει ότι το εργασιακό μέλλον ενός νηπίου σήμερα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την εξειδίκευσή του σε τομείς τεχνολογικής αιχμής.
Σύμφωνα με σχετική έρευνα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια (Berkeley – Laura Tyson), οι «έξυπνες μηχανές» μεταμορφώνουν τον τρόπο που παράγουμε, δουλεύουμε, μαθαίνουμε και ζούμε σε όλο τον κόσμο. Σχεδόν κάθε πτυχή των οικονομιών μας θα μεταβληθεί ριζικά.
Μεγάλες εταιρείες logistics και μεμονωμένοι επαγγελματίες χρησιμοποιούν τις νέες τεχνολογίες για να βελτιστοποιήσουν τον προγραμματισμό τους. Εταιρείες όπως η BMW και η Tesla έχουν ήδη ενσωματώσει χαρακτηριστικά «αυτόματης οδήγησης» στα αυτοκίνητά τους, τα οποία παράγονται με τη βοήθεια εξελιγμένων ρομπότ. Το Associated Press χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για να γράψει ειδήσεις. Οι τρισδιάστατοι εκτυπωτές χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ανταλλακτικών – τόσο για μηχανές όσο και για ανθρώπους. Η AT & T, σε συνεργασία με την Udacity, προσφέρει online “nanodegrees” στην ανάλυση δεδομένων.
Αυτές οι θαυμάσιες νέες τεχνολογίες υπόσχονται υψηλότερη παραγωγικότητα, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και μεγαλύτερη ασφάλεια, ευελιξία και ευκολία. Αλλά προκαλούν επίσης φόβους για τις επιπτώσεις τους στις θέσεις εργασίας, στις δεξιότητες και στους μισθούς. Αυτοί οι φόβοι διατυπώνονται σε μια πρόσφατη μελέτη του Carl Frey του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και του Michael Osborne του McKinsey Global Institute (MGI), που διαπιστώνει ότι μεγάλα ποσοστά απασχόλησης τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και στις ανεπτυγμένες χώρες θα μπορούσαν τεχνικά να «αυτοματοποιηθούν».
Βέβαια, δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί και το γεγονός η τεχνολογική αλλαγή είναι πιθανό να αυξήσει την παραγωγικότητα και την αύξηση του εισοδήματος, αυξάνοντας τη ζήτηση εργασίας. Αν προσθέσουμε στα παραπάνω και τις χαμηλότερες τιμές και την αύξηση της ποιότητας, η ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες θα αυξηθεί επίσης.
Όμως για να γίνει αυτό θα πρέπει οι μελλοντικοί εργαζόμενοι να προσαρμοστούν σε αυτές τις αλλαγές. Σε διαφορετική περίπτωση θα επιβεβαιωθεί το σενάριο του MGI, το οποίο με βάση ένα μέτριο σενάριο για την ταχύτητα και το εύρος της αυτοματοποίησης, περίπου το 15% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού, ή 400 εκατομμύρια εργαζόμενοι, θα μπορούσε να εκτοπιστεί από σήμερα έως το 2030. Ένας ταχύτερος ρυθμός αυτοματισμού θα προκαλούσε μεγαλύτερη μετατόπιση.
Έτσι η Ελλάδα θα πρέπει να λάβει ως δεδομένο ότι για να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, θα πρέπει να αφήσει πίσω της το μοντέλο της εκπαίδευσης που δημιουργούν εργαζόμενους χωρίς αντικείμενο ή προοπτική εξειδίκευσης. Με δεδομένο ότι θα πρέπει να περιοριστεί το οδυνηρό κόστος μετάβασης των εργαζόμενων και των επιχειρήσεων, η απάντηση πρέπει να είναι η δραματική επέκταση και ο επανασχεδιασμός των προγραμμάτων κατάρτισης του εργατικού δυναμικού.
Η διά βίου μάθηση πρέπει να γίνει πραγματικότητα. Οι θέσεις εργασίας θα αλλάξουν καθώς οι μηχανές θα αναλαμβάνουν ορισμένα καθήκοντα και οι ανθρώπινες δραστηριότητες θα απαιτούν διαφορετικές δεξιότητες.
Γι’ αυτό το λόγο, πρόσφατα, ο συνιδρυτής της Microsoft, ο Μπιλ Γκέιτς, ανέφερε πως αν καθόταν και πάλι στα έδρανα θα έκανε σπουδές πάνω στην τεχνητή νοημοσύνη, την ενέργεια ή τις βιοεπιστήμες, αναφέροντας πως και οι τρεις τομείς είναι πολλά υποσχόμενοι…