Οι ερωτήσεις ενός απορημένου φουκαρά Του Υποστρατήγου ε.α. Κωνσταντίνου Αργυροπούλου
Οι ερωτήσεις ενός απορημένου φουκαρά
Του Υποστρατήγου ε.α. Κωνσταντίνου Αργυροπούλου
Παραδέχομαι, ότι αδυνατώ να φθάσω στην γνώση των πραγμάτων, που διέπουν το διάνυσμα του βίου ενός επί Γης ελλόγου όντος. Πώς άλλωστε; Τα πράγματα είναι άπειρα και οι συνθετικοί συνδυασμοί των είναι κατακαλυπτικώς άπειροι. Και οι ερμηνείες όλων αυτών των πραγμάτων κυλίονται ατερμόνως εις το αχανές, των απείρως συστολο-διαστελλομένων εννοιών.
Παρά ταύτα, επιχειρώ με την απομένουσα σύννοια και διαλογιστική μου επάρκεια, να υπερνικήσω τις διαιωνισμένες έννοιες, ώστε να δυνηθώ να προσεγγίσω την γνώση σε ένα επίπεδο ικανοποιητικό. Να πλησιάσω έστω τα σύνορα του εαυτού μου. Με άλλα λόγια, να γνωρίσω τον εαυτό μου, σε συσχετισμό με το διαμορφούμενο οσημέραι περιβάλλον. Αυτή η προσπάθεια, καθώς πιστεύω, δεν είναι δική μου αποκλειστικότητα. Είναι ένα κοινό γνώρισμα των ανθρώπων εκείνων, που κάνουν τον κόπο να ενεργοποιήσουν μία πίστη, που να προσανατολίζεται στην σύγχρονη προσληπτική περί της γνώσεως ανησυχία.
Τα ανωτέρω εισαγωγικά, συνιστούν μία ελαχίστη απόπειρα στο να ερεθιστούν οι αναγνώστες, ώστε να καταστούν κοινωνοί της συγχύσεως εμού του απορημένου άγνωρος.
Ως φυσικόν, μερικοί θα αντιδράσουν περιπαικτικά. Άλλοι ουδέτερα. Άλλοι αδιάφορα. Ίσως ειπούν: «Ε, και; Σε τί με αφορά, ο απορημένος αυτός κύριος». Ας αποχαιρετίσουμε τους μη συναινετικούς αυτούς αναγνώστες και ας προχωρήσουμε με τους υπομονετικούς υπολοίπους.
Μία βασική μου απορία είναι, το πώς αποδίδεται η επιστημονική λεξικολογία της νεωτερικότητας. Ο «Πάπυρος» μας εξηγεί, ότι είναι η τάση προς το νέο, καινοτόμο πνεύμα, μοντερνισμός. Ο «Μπαμπινιώτης» μας λέει, ότι είναι η κατάσταση, που επέφερε ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός στον χώρο της επιστήμης, της φιλοσοφίας, της αισθητικής θεωρίας κλπ, και που χαρακτηρίζεται από την κριτική λειτουργία του ορθού λόγου σε όλα τα επίπεδα, προσδιορίζοντας έτσι την φυσιογνωμία των βιομηχανικών και μεταβιομηχανικών κοινωνιών.
Και ερωτώ αν η νεωτερικότητα είναι η παγκοσμιοποίηση. Και πώς εφαρμόζεται ο ορθός λόγος του λεξικού; Και σε ποία επίπεδα; Εγώ βλέπω, ότι η παγκόσμια κοινότητα στο μεγάλο της ποσοστό περιστρέφεται σε πλαίσια ανεχείας. Η φτώχεια κινείται επεκτατικά. Οι μετασχηματισμένες χερσαίες εκτάσεις είναι εξαντλημένες. Τα λιπάσματα και τα ζιζανιοκτόνα περιορίζουν την καθαρότητα και θρεπτικότητα των προϊόντων της γης. Το νερό έχει μολυνθεί. (Άραγε, γνωρίζετε, ότι το αποχετευτικό δίκτυο της κωμοπόλεως Λιδωρικίου καταλήγει στην λίμνη του Μόρνου;)
Ακούμε, ότι η διαθέσιμη γη «κατάσχεται» από μεγάλα συμφέροντα για να δημιουργηθούν παραλιακά ή ορεινά θέρετρα, γήπεδα γκολφ και λοιπές συναφείς χρήσεις ή υπόκεινται ακόμη και στην πίεση αναφυομένων διαρθρωτικών προγραμμάτων προσαρμογής για να αποδίδει περισσότερα γεωργικά προϊόντα; Μήπως άρχισε να περιορίζεται ο ζωτικός χώρος των απλών ατόμων;
Διαπιστώνω μία υψηλού βαθμού πιθανότητα, πάνω στην εκδοχή της καπιταλιστικής νεωτερικότητας, ότι αυτός ο σύγχρονος καπιταλισμός τείνει να στραγγαλισθεί από τα απόβλητα που ανεξέλεγκτα παράγει. Απόβλητα τα οποία ούτε να τα αφομοιώσει μπορεί, ούτε να τα εξαφανίσει αλλ’ ούτε και να τα καταστήσει μη τοξικά. Συνεπώς;
Αντιλαμβανόμαστε άραγε, τις μακροπρόθεσμες συνέπειες από τις αυξανόμενες μάζες των ανθρωπίνων αποβλήτων, στις πολιτικές και κοινωνικές ισορροπίες της συνυπάρξεως των ανθρώπων σε ένα διαμορφούμενο παγκοσμιοποιημένο επίπεδο; Και μετά τί συμβαίνει με τους «περιττούς ανθρώπους» , που σήμερα παράγονται σε μαζική κλίμακα σε περιοχές, οι οποίες ήδη έχουν εμβαπτισθεί στην κολυμβήθρα της ιδέας της παγκοσμιοποιημένης νεωτερικότητας; Τί γίνεται με την εξαφάνιση της προσδοκίας για ένα σύγχρονο τρόπο ζωής, χωρίς διαφορές σε ένα παγκοσμίως ομοιότροπο περιβάλλον; Το πιο πιθανόν είναι να έχει εκτιμηθεί, ότι το ενδεχόμενο αυτό, ενέχει κινδύνους για τις κατέχουσες ομάδες των προνομιούχων.
Ο «περιττός πληθυσμός» δεν είναι πλέον θεωρητικό αντικείμενο των κοινωνιολόγων. Ο περιττός πληθυσμός, παραμένοντας στο εσωτερικό του εξεταζομένου κοινωνικού περιφράκτου χώρου συγχρωτίζεται με τους άλλους «χρησίμους» και «νομίμους», με αποτέλεσμα να δημιουργείται μία ανησυχητική ασάφεια στις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ «κανονικού» και «ανωμάλου». Ποιος κατατάσσεται στην κατηγορία του αποβλήτου; Αυτή η δυνητική προοπτική μπορεί να κτυπήσει την πόρτα του καθενός μας. Η κοινωνική θέση του καθενός μας εισέρχεται σε μία φάση ταλαντώσεως. Άρχισα να διερωτώμαι, σε τί θα με θεωρούσε το κοινωνικό, το οικονομικό και το ασφαλιστικό σύστημα, ότι είμαι χρήσιμος; Μήπως είμαι απόβλητο;
Οι εθνοκαθαρσιακές σφαγές, ο πολλαπλασιασμός των ανταρτικών και τρομοκρατικών ομάδων, οι ληστοσυμμορίες, οι πειρατές, οι έμποροι ναρκωτικών και οι άλλοι έμποροι παγχρώμου σαρκός, όλοι αυτοί, έχουν φορέσει την περικεφαλαία του πολεμιστή της ελευθερίας και ασχολούνται με αποδεκατισμούς, ανταγωνιστικού κυρίως χαρακτήρα. Τα ανωτέρω αναφερόμενα συντελούν και στην γενεσιουργό των προσφύγων αιτία. Συνεπώς, όταν ακούω για πρόσφυγες και για φυγάδες και για ασυλο-αιτουμένους, διερωτώμαι αν και γιατί οφείλω να διάκειμαι συμπαθώς προς αυτού του είδους τους παρεισδύοντες. Μήπως θα έπρεπε να διατηρώ επιφυλάξεις, με την σκέψη, ότι αυτοί οι απρόσκλητοι επισυστρέφοντες τα ειωθότα, θα μεταφέρουν στον δικό μου «περίφρακτο» χώρο την δική τους περί νόμων και πραγμάτων αντίληψη και πρακτική; Τουλάχιστον οι στατιστικές περί εγκληματικότητας αυτό μαρτυρούν, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις των εκάστοτε κυβερνήσεων, οι οποίες διακρίνονται για τον τροπισμό των εκπροσώπων τους, για να κρατούν το ποίμνιο ήσυχο στο μαντρί.
Μία έντιμη πολιτική, στα πλαίσια μιας παγκόσμιας νεωτερικότητας, θα ήταν η μέριμνα για διάθεση των περιττών ανθρώπων και όχι η «παραγωγή» αποβλήτων. Αντ’ αυτού, όμως βλέπουμε την πλούσια Δύση να κατεδαφίζει ή να ξεφορτώνεται, ως αντιπαραγωγικές ή μη βιώσιμες οικονομικά, όλες τις παλαιές διευθετήσεις των προληπτικών μέτρων κατά της δημιουργίας αποβλήτων. Και όχι μόνον αυτό, αλλά επί πλέον διεξάγει «παγκοσμιοποιητικούς» πολέμους με συνέπεια την αποσταθεροποίηση πολλών εκκέντρων κοινωνιών.
Καθημερινά διαπιστώνουμε, ότι ακόμη και το φαινόμενο της πλημμύρας των οικονομικών μεταναστών, δημιουργεί πηγές προσπορισμού σε πρόθυμες «επιχειρήσεις» διακινητών. Μέσα σ’αυτήν την ατμόσφαιρα της ανομίας επιβιώνουν οι κατέχοντες και των οποίων «η ισχύς είναι ορθή» και επίσης, ότι οι υψηλά ιστάμενοι και οι ισχυροί μπορούν να αγνοούν και να παρακάμπτουν τους ισχύοντες -μόνον για τους πτωχούς- νόμους. Είναι ή δεν είναι αληθές, ότι ο πλούτος και η εξουσία δεν καθορίζουν μόνον τα οικονομικά, αλλά και την ηθική και την πολιτική; (Τί χαζή ερώτηση;) Συνεπώς καθορίζουν και τις συνθήκες της δικής μου ζωής. Έχω άδικο;
Ακόμη και οι κλασσικής μορφής πόλεμοι, που μέχρι χθες διαβάζαμε στα βιβλία της Ιστορίας, σήμερα έχουν απορυθμισθεί. Όπως λένε αυτοί, που ξέρουν, τούτο συνιστά απειλητική συνέπεια της παγκοσμιοποίησης, όπου οι περισσότερες από τις ενέργειες, που μοιάζουν με πολέμους, διεξάγονται από μη κρατικές οντότητες ( π.χ. Black water) και δεν υπόκεινται σε νόμους και διεθνείς συμβάσεις. Και ερωτώ. Τούτα τα φαινόμενα δεν είναι άραγε αποτέλεσμα ή αιτίες παράπλευρες για την διάβρωση του κύρους και της κυριαρχίας των μέχρι τώρα γνωστών σαν κρατικών υποστάσεων; Και εάν ναι, δεν φαίνεται όλο αυτό σαν νέα συνθήκη ενός ανάρχου κόσμου, που θέτει τους δικούς του όρους για να επικρατήσει σε ένα υπερκρατικό παγκοσμιοποιημένο χώρο;
Και ύστερα σκέπτομαι, ότι όλοι όσοι δραπετεύουν από ένα χώρο, όπου κυριαρχεί η ανομία αναζητούν χώρους της πολιτισμένης Δύσης για να προστατευθούν και που τελικά παίζουν τον ρόλο των μελισσών που μεταφέρουν το υλικό (ιδιαιτερότητες του τόπου προελεύσεως), που αυτές γνωρίζουν και άρτια επεξεργάζονται, σε άλλες κυψέλες, και οι οποίοι -φυγάδες, πρόσφυγες, μετανάστες- εκόντες άκοντες συντελούν στην γέννηση μίας νέας, αλλότροπης κοινωνίας. Της Νέας Άγριας Δύσης. Διότι αυτοί οι «πρόσφυγες» έχουν άλλες φυλετικές σταθερές. Άλλα εθνικά γνωρίσματα και άλλες προσωπικές του καθενός υποθέσεις για τις οποίες άλλωστε μάς είναι αδύνατο να διευκρινίσουμε το βαθμό της αρετής των ή το αξιόποινον για το οποίον άλλωστε και διώκονται(;) στην χώρα προελεύσεώς των. Αυτή η ετεροχρωμία, η ανομοιότης, η αντιδιαστολή των γνωρισμάτων και η πρόδηλη μιζέρια, τούς καθιστά «διαφορετικούς». Αυτοί οι ίδιοι, αισθάνονται απάτριδες -και οι ίδιοι άλλωστε το δηλώνουν- όπου την αλλοτριότητά τους αυτή, την τοποθετούν σε ένα επίπεδο, που δεν αποκρίνεται, λόγω απροσδιοριστίας της παρουσίας τους στο νέο χώρο, σε κάποια πολιτική τους ιδιότητα. Είναι άτομα αμφισήμως υπαρκτά και τυχαίως παραπλέοντα δίπλα στο -συγκεκριμένης ρότας- πλοίο των γηγενών.
Και εφ’όσον είναι έτσι, γιατί άραγε με διάφορα τεχνάσματα, οι κομματικοί μηχανισμοί, υπολογίζουν στην ψήφο τέτοιων υπάρξεων, αφού εκ των προτέρων γνωρίζουν, ότι η αυριανή ειδική κατάσταση, θα απαιτεί επιβολή όρων, αλλοιωτικού των κοινωνικών ειωθότων χαρακτήρα, εκ μέρους των νεωστί συμβληθεισών ανθρωπομαζών διαφορετικών δοξασιών;
Και μη μου πείτε, ότι ένας μουσουλμάνος θα αφομοιωθεί και ενσωματωθεί σε ένα χώρο εκτεταμένης χριστιανικής πυκνότητος; Θα έλεγα, ότι θα συμβεί το αντίθετο. Οι χριστιανοί είναι αυτοί, που θα μουσουλμανοποιηθούν. Τουλάχιστον οι παγκόσμιες στατιστικές αυτό μαρτυρούν.
Αλλά και η διάθεση των γηγενών κατοίκων των χωρών-δοχείων αποθέσεως μεταναστών, για αποδοχή των απροσκλήτων μουσαφίρηδων, σαν νομίμων και ανεγνωρισμένων μελών της νεοδιαμορφούμενης πολυπολιτισμικής και «εξανθρωπισμένης κοινωνίας», είναι άτονη. Ουδέτερη θα λέγαμε. Οι υπερθεματιστές της παρουσίας ξένων είναι οι δημοσιογράφοι και οι καθ’ οιονδήποτε τρόπο διαμορφωτές των κοινών τάσεων και ρευμάτων. Και σαφώς υποπτευόμεθα τα κίνητρα, τις προθέσεις, τα σχέδια, τους προσανατολισμούς και τα διαρραπτόμενα. Και ας μη ξεχνάμε τον συμβολισμό των «τριάκοντα αργυρίων» και την πολυβουλία επί της ερμηνείας της εννοίας «ιδιοτέλεια». Οι μετανάστες στην ουσία, είναι ανεπιθύμητοι. Ωστόσο είναι βολικοί στην υπηρεσία των γηγενών ιδιωτών, οι οποίοι τους χρησιμοποιούν κυρίως επί προϋποθέσεως και βάσεως παραοικονομίας, το δε επίσημο κράτος δεν φαίνεται να έχει συμμετοχή στην παράλληλη αυτή αγορά. Αλλά πάλι, μήπως κάνω λάθος; Μήπως δηλαδή το κράτος καρπούται παρηλλαγμένα; Διότι αν οι φόροι πληρώνονταν κανονικά από τους επιχωρίους (αναφέρομαι στην ελληνική πραγματικότητα), τότε ο ντόπιος μικροεργοδότης θα εζημίωνε διπλά. Η μία ζημία θα ήταν οικονομική. Η άλλη ζημία θα ήταν και πάλι οικονομική, διότι το κράτος θα έπρεπε να αυξήσει την φορολογία για να συστήσει, οργανώσει και λειτουργήσει ισχυρούς μηχανισμούς ελέγχου των ανέλπιδων μεταναστών, οι οποίοι πεινώντες και διψώντες θα προέβαιναν σε ανεξέλεγκτες παραβατικές πράξεις. Εκτός εάν έχει αποφασίσει να τους τροφοδοτεί, αφού δέχεται σαν αξίωμα, ότι στερείται της βουλήσεως να απαλλαγεί από την παρουσία ενός τόσον ογκώδους πολτού μιας απρόσωπης μάζας, η οποία εν εξαχρειώσει και εν απογνώσει ευρισκομένη, θα εξερρηγνύετο, ωσάν σούπερ νόβα, σηματοδοτούσα το πέρας μιας εποχής και της αρχής του χάους.
Αλλά και οι γηγενείς, όντες εξαντλημένοι λόγω της απουσίας της δυνατότητος χρησιμοποιήσεως δούλων, αλλά κανονικών συνεργατών και εν τω μέλλοντι συνεταίρων, πιθανόν να περιέλθουν σε κατάσταση οικονομικής αποστραγγίσεως. Εκτός εάν αναθεωρήσουν, τις περί τα εργασιακά, θεωρίες των και ενεργοποιήσουν τους ανέργους επιγόνους, πρώτου βαθμού συγγενείας, οι οποίοι κτώμενοι ικανό αριθμό πτυχίων από ημεδαπά πανεπιστήμια, εσχάτης κατατάξεως, διατείνονται ανά τας καφετερίας, ότι τα προσόντα τους δεν τους επιτρέπουν ταπεινωτικές απασχολήσεις και μάλιστα τις ελαφρώς κατώτερες από αυτές των διευθυντικών στελεχών.
Εν πάση περιπτώσει, η εξαχρείωση της ηθικής συγκροτήσεως, η αχρήστευση της πολυτελείας των προσδοκιών και η εξαθλίωση του τρόπου ζωής των ατόμων της κοινωνίας τρομάζει τις κυβερνήσεις, διότι οι μάζες όταν αυτοεκτιμώνται ως εκμηδενισμένες, τότε επαναστατούν κατά της εξουσίας. Δι’ό και το φαινόμενο της κυβερνητικής ανοχής. Ή μήπως κάνω λάθος; Αν δεν συμφωνείτε εγκαλέστε με.
Μερικοί από σας, ίσως πιο στοχαστικοί, να αποφανθείτε, ότι τούτο είναι ένα φαινόμενο, που σχηματοποιεί ένα φάντασμα των «παγκοσμίων δυνάμεων». Δυνάμεων, που αντιμετωπίζονται με φόβο και δυσφορία, διότι ενεργούν χωρίς να συμβουλεύονται αυτούς, οι οποίοι θα επηρεαστούν από τα αποτελέσματα των αποφάσεών τους. Θα μου πείτε, ότι έχει αναφυεί μία εξουσιαστική ελίτ του παγκοσμιοποιημένου κόσμου, η οποία ευθύνεται για το φαινόμενο και ότι αυτή η ελίτ δεν έχει κανένα δεσμό με κανένα συγκεκριμένο τόπο και ότι τα συναποτελούντα την ελίτ όντα, είναι δόλια και απρόβλεπτα. Μερικοί ίσως διατυπώσουν την εκδοχή, ότι αυτός ο αόρατος κόσμος αποτελεί την επιτομή του ανεξιχνιάστου «χώρου των ροών», όπου οι ρίζες της σημερινής επισφαλείας της ανθρωπίνης καταστάσεως και του αισθήματος ανασφαλείας, ως προς την φυσική υπόσταση, πρέπει να αναζητηθούν σε μεγάλο βάθος. Αυτή λοιπόν η ελίτ, είναι όντως ισχυρή για να της αντιπαρατεθεί κάποιος και να την προκαλέσει, ακόμη και αν τα στοιχεία περί της ακριβούς της διευθύνσεως ήταν γνωστά.
Από την άλλη, αυτοί οι πρόσφυγες, οι μετανάστες και όλοι οι δύσμοιροι και απέλπιδες, είναι ο εύκολος στόχος για να εκτονωθεί ο περισσεύων θυμός των όσων υφίστανται την πίεση, της όποιας ελίτ ρυθμίζει τα της ζωής μας.
Έχουμε εισέλθει σε ένα αρνητικά θαυμαστό καινούργιο κόσμο των εξαφανισμένων και διατρήτων συνόρων. Κολυμπάμε για να κρατηθούμε στην επιφάνεια μιας πληροφοριακής πλημμύρας. Ανήμποροι παρακολουθούμε με δέος την αχαλίνωτη παγκοσμιοποίηση. Η καταναλωτική μας ευωχία μας τυφλώνει τόσο, ώστε αδυνατούμε να ιδούμε το αύριο των παιδιών μας. Είμαστε βαθειά αποκλεισμένοι στον μικρόκοσμο μιας παρερμηνευμένης αυτοσυνειδήσεως, που μας απαγορεύει να διακρίνουμε τον εαυτόν μας σαν μέλος ενός εξωτερικού κόσμου. Ενός κόσμου με το εφόδιο της αρετής, όπως την έχουν διδάξει οι σοφώτεροι από εμάς και η οποία κάποτε έδινε το στίγμα του ολοκληρωμένου ανθρωπίνου χαρακτήρος.
Τελικά διαπιστώνουμε μία συνέπεια. Την συνέπεια του να χαθεί η εγκυρότητα της ουσίας των ερμηνειών από όλες τις υπάρχουσες σοφίες περί ζωής. Μήπως έχει δημιουργηθεί η ανάγκη για μία εκ βάθους αναθεώρηση των προσανατολισμών του βίου;