Blog

12/11/2016. Διλήμματα και κίνδυνοι στο θέμα της Κύπρου

12/11/2016. Διλήμματα και κίνδυνοι στο θέμα της Κύπρου

Με λύπη μου παρατηρώ ότι για άλλη μια φορά το θέμα του νέου γύρου των διακοινοτικών συνομιλιών για την επίλυση του χρονίζοντος κυπριακού προβλήματος παραμένει, δυσανάλογα με τη σπουδαιότητα, υποβαθμισμένο στην πλειονότητα των «έγκυρων» ελληνικών ΜΜΕ. Πόσοι άραγε συμπολίτες μας γνωρίζουν ότι στις 07 Νοεμβρίου ξεκίνησε στο Mont Pelerin της  Ελβετίας ένα ακόμη γύρος των διακοινοτικών συνομιλιών για την εξεύρεση λύσεως; Φοβάμαι ότι εσκεμμένα η ελληνική κοινή γνώμη τηρείται μακράν των εξελίξεων, απασχολημένη με τα σοβαρά τρέχοντα οικονομικά προβλήματα, ενώ οι αδελφοί μας Κύπριοι δέχονται –για άλλη μια φορά- έναν ανελέητο βομβαρδισμό εναλλασσόμενων υποσχέσεων, απειλών και προσδοκιών.
Οι για διαφόρους λόγους, επιθυμούντες τη λύση της κυπριακής εκκρεμότητας, παρουσιάζονται σήμερα καλύτερα προετοιμασμένοι, αποφεύγοντας καλλιέργεια υψηλών προσδοκιών και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας εντείνουν τις προσπάθειες τους για μια συμβιβαστική λύση. Μάλλον δεν έχουν ιδιαίτερη ζέση να ευνοήσουν κανένα εκ των εμπλεκομένων πέραν του να εκμεταλλευθούν στο έπακρο κάθε υποχωρητική διάθεση. Απλά έχουν πειστεί ότι η διαιώνιση του προβλήματος δεν εξυπηρετεί τα δικά τους συμφέροντα και θεωρούν τις περιστάσεις κατάλληλες καθόσον όλοι οι εμπλεκόμενοι εμφανίζονται (για διαφορετικούς λόγους έκαστος) αποδυναμωμένοι.
Ενδεχομένως οι ελληνοκυπριακές ηγεσίες να προσβλέπουν σε επίλυση του προβλήματος με την ελπίδα μιας οικονομικής ανάκαμψης που θα προέλθει από την ενοποίηση του νησιού και μια ανάλογη δρομολόγηση των λοιπών ελληνοτουρκικών προβλημάτων. Δεν είναι παράλογη η επιχειρηματολογία του επείγοντος της εξεύρεσης λύσης λόγω σταδιακής αποδυνάμωσης των ελληνοκυπριακών θέσεων (και συνεχούς διολίσθησης σε δυσμενέστερες) και της μεταβολής της πληθυσμιακής σύνθεσης με τη συνεχόμενη παράνομη εγκατάσταση των εποίκων. Ούτε μπορούμε να παραγνωρίζουμε τη διεθνώς επικρατούσα εντύπωση ότι η εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων το 1974 επέφερε την ειρήνευση και ηρεμία στην περιοχή. Συγχρόνως πρέπει να ανησυχούμε για τη συνέχιση της σταθερής υποστήριξης της Μόσχας στις ελληνοκυπριακές θέσεις που μάλλον έρχονται πλέον σε αντίθεση με τις δικές της αναθεωρητικές ενέργειες και βλέψεις στις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Ακόμη και η διαπίστωση της πραγματικά δυσμενούς θέσεως της Άγκυρας δίδει μια «νότα» αισιοδοξίας για υποχώρηση της από κάποιες αδιάλλακτες θέσεις. Βέβαια οι παραπάνω νηφάλιες σκέψεις, διαφέρουν πλήρως από τις υποτακτικές διαθέσεις μελών των ελλαδικών ελίτ που εδώ και χρόνια επιζητούν μια οποιαδήποτε διευθέτηση του θέματος για να προωθήσουν ατομικά συμφέροντα, φιλοδοξίες και στην ευγενέστερη περίπτωση να υπηρετήσουν μια ουτοπική νέα τάξη πραγμάτων.
Από την άλλη πλευρά δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι έχοντας εδώ και χρόνια απορρίψει την επιλογή μιας δυναμικής λύσης του προβλήματος (ή τουλάχιστον απειλής καταφυγής σε δυναμικές λύσεις) περιορίσαμε σημαντικά το εύρος των ελιγμών και δυνατοτήτων μας. Συνηθίσαμε να καλυπτόμαστε πίσω από τις επικλήσεις του διεθνούς δικαίου ενώ σταδιακά εγκαταλείψαμε αρκετές «γραμμές αμύνης». Επιπλέον συνηθίσαμε μετά από κάθε υποχώρηση μας να ανακηρύσσουμε ως «απολεσθείσα ευκαιρία» κάθε προηγούμενο απαράδεκτο σχέδιο που προσπάθησαν να μας επιβάλλουν με αποτέλεσμα να έχουμε δημιουργήσει ένα πλαίσιο απαισιοδοξίας, απογοήτευσης και αυτοπαγίδευσης. Δυστυχώς δεν μπορέσουμε ούτε να εκμεταλλευτούμε όσο έπρεπε τα «όπλα» που μας προσέφερε η είσοδος της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, η ανακάλυψη ενεργειακών πηγών, η αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή και τα πολλαπλά προβλήματα της Τουρκίας.
Τα σχέδια που βλέπουν σήμερα το φως της δημοσιότητας, για εξεύρεση μιας δίκαιης λύσεως, παραβιάζουν καταφανώς βασικές αρχές του κοινοτικού δικαίου αλλά και των αρχών του διεθνούς δικαίου ενώ παράλληλα το νησί παραδίδεται ολόκληρο στον έλεγχο της Τουρκίας. Ορισμένοι μάλιστα θεωρούν ότι αυτές οι παραχωρήσεις (άρα και οι επόμενες που θα ακολουθήσουν) είναι αναγκαίες για την εξισορρόπηση των απωλειών της Άγκυρας στο νέο διεθνές περιβάλλον της Μέσης Ανατολής.
Συγχρόνως, οι φοβικές και άτολμες ηγεσίες μας αδυνατούν να αντιληφθούν ότι η παρούσα κατάσταση μάλλον ενδυναμώνει τη διαπραγματευτική μας θέση καθώς πυκνώνουν οι φωνές αμφισβήτησης της τουρκικής συμπεριφοράς. Έχει επίσης καταστεί φανερό ότι η χρόνια διολίσθηση των θέσεων μας έχει οδηγήσει σε αξιοθρήνητα επίπεδα εκκίνησης συνομιλιών και στα οποία οποιαδήποτε λογική παραχώρηση -ως αναπόφευκτο μέρος μιας διαδικασίας διαπραγματεύσεων- δεν είναι εφικτή ούτε αποδεκτή για τον ελληνισμό. Η αναζήτηση μιας εκ του μηδενός επαναπροσέγγισης του προβλήματος και επανέναρξης των διαδικασιών από νέα βάση (σύμφωνα πάντα με τα βασικά ψηφίσματα του ΟΗΕ και τις αρχές της ΕΕ) φαίνεται τιτάνιο –ίσως και ανέφικτο- έργο για τις ηγεσίες μας. Πιθανόν δε αυτές να διαβλέπουν στην παρούσα κατάσταση ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για επίλυση (να μη χρησιμοποιήσω τη λέξη «ενταφιασμό») του κυπριακού αδυνατώντας να κατανοήσουν την παγίδευση στην οποία οδηγούμαστε.
 Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η «μη λύση» φαίνεται πολύ προτιμότερη από μια εκ των άνωθεν επιβαλλόμενη μη λειτουργική και μη συμβατή με τα ελλαδικά συμφέροντα λύση. Βρισκόμενοι για άλλη μια φορά σε αμηχανία, τρέχουμε πίσω από τα γεγονότα αντί να προβάλουμε τις δικές μας προτάσεις εκμεταλλευόμενοι κάποιες πρωτόγνωρες περιστάσεις χωρίς η πραγματικά επώδυνη οικονομική μας κατάσταση να δικαιολογεί παρόμοια αβελτηρία. Εκτιμώ ότι η γενικότερη αβεβαιότητα και αστάθεια στην περιοχή δεν θα επιτρέψουν την εντατικοποίηση των πιέσεων σε βάρος μας. Σε μια τέτοια περίπτωση, θα μπορέσουμε για άλλη μια φορά να αναβάλλουμε την ενασχόληση με το θέμα και τη λήψη κρισίμων –και επώδυνων-αποφάσεων, εναποθέτοντας ξανά τις ελπίδες μας στον «από μηχανής θεό».
 Ο χρόνος συνήθως λειτουργεί υπέρ του κατέχοντος αλλά η πίεση και η σπουδή εγκατάλειψης θέσεων δεν αποτελούν τις βέλτιστες λύσεις ειδικά όταν φαίνεται ότι οδηγούν σε «τερατογεννέσεις». Δυστυχώς δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι κάθε  εξέλιξη στο θέμα της Κύπρου προκαταβάλει ανάλογα και τις εξελίξεις στο Αιγαίο και βορειότερα ενώ η Άγκυρα το έχει έγκαιρα εντοπίσει και κινείται ανάλογα.

Δημοσιεύθηκε και στη Νέα Πολιτική!

Αφήστε μια απάντηση