Επίσκεψη στην Άγκυρα Ε/Κ διαπραγματευτή και αντίστοιχη επίσκεψη στην Αθήνα Τ/Κ διαπραγματευτή.
Tις προσεχείς ημέρες έρχεται στη Αθήνα ο Τουρκοκύπριος διαπραγματευτής ο οποίος θα έχει συνομιλίες με ανώτατο υπηρεσιακό στέλεχος του Υπουργείου Εξωτερικών (πιθανόν με τον Γενικό Γραμματέα, Πρέσβυ κ. Μητσιάλη) και αντίστοιχα ο Ελληνοκύπριος διαπραγματευτής μεταβαίνει για τον ίδιο λόγο στην Άγκυρα. Η απόφαση ελήφθη στην συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών Ελλάδος και Τουρκίας κ.κ. Βενιζέλου και Νταβούτογλου κατά τη συνάντησή τους στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών του περασμένου Σεπτεμβρίου.
Κατά τον κ. Βενιζέλο «ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Αναστασιάδης ζήτησε από την Ελληνική Κυβέρνηση να αποδεχθεί συνάντηση, σε επίπεδο που θα καθορισθεί, με τον διαπραγματευτή της Τουρκοκυπριακής κοινότητος προκει- μένου να διευκολυνθεί η συνάντηση του διαπραγματευτή της Ελληνοτουρκικής κοινότητος με την Τουρκική κυβέρνηση». Ο Κύπριος Πρόεδρος σε συνέντευξή του προς τους δημοσιογράφους, στις 2.10.2013, ανέφερε ότι «η εν λόγω πρόταση έγινε σε πλήρη συντονισμό με την ελληνική Κυβέρνηση».
Δεν είναι συνεπώς σαφές αν πρόκειται για πρωτοβουλία μόνο του κ. Αναστασιάδη ή αν την πρωτοβουλία αυτή πριν την εκφράσει την είχε συζητήσει και με την ελληνική Κυβέρνηση. Το γεγονός ότι ο Κύπριος ΥΠΕΞ κ. Κασουλίδης στην πρόσφατη συνάντησή του με τον Έλληνα ΥΦΥΠΕΞ κ. Γεροντόπουλο τόνισε ότι η Αθήνα θα δεχθεί τον Τ/Κ διαπραγματευτή κατά παράκληση της Κύπρου δεν αίρει νομίζω την δήλωση του κ. Αναστασιάδη περί «συντονισμού» των δύο Κυβερνήσεων.
Από όλες τις Κυβερνήσεις της Ελλάδος επαναλαμβάνεται ότι η Ελλάδα στηρίζει τις πρωτοβουλίες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Διερωτάται λοιπόν κάποιος τι κάνει η Ελλάδα αν δεν συμφωνεί με τις εν λόγω πρωτοβουλίες. Δεν έχει περάσει εξάλλου πολύς καιρός από την εποχή που ο αείμνηστος Κύπριος Πρόεδρος Τάσος Παπαδόπουλος με διάγγελμά του απέρριπτε το σχέδιο Ανάν ενώ στην Ελλάδα το μεν ΠΑΣΟΚ το υιοθετούσε η δε Κυβέρνηση της Ν.Δ. προέβαινε μάλλον σε αμφιλεγόμενες δημόσιες τοποθετήσεις.
Πρόκειται για νέα διαδικασία αφού το Σύνταγμα του 1960 προβλέπει μεν τις δύο κοινότητες όχι όμως και διαπραγματεύσεις των εκπροσώπων τους με τις μητέρες πατρίδες. Μέχρι τώρα οι διαπραγματεύσεις περιοριζόντουσαν μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Άλλωστε και πριν εκλεγεί ο κ. Αναστασιάδης είχε δηλώσει ότι τις διαπραγματεύσεις δεν θα διενεργούσε ο ίδιος όπως γινόταν στο παρελθόν [Παπαδόπουλος – Ταλάτ ή Χριστόφιας – Έρογλου] αλλά θα οριζόταν Ελληνο- κύπριος διαπραγματευτής, με τη διαφορά ότι αναφερόταν σε διακοινοτικές διαπραγματεύσεις.
Και στο θέμα αυτό πάντως υπάρχουν αμφισβητούμενα στοιχεία ιδίως μετά τις δηλώσεις του κ. Γεροντόπουλου ότι δηλαδή «θα πρέπει να ξεκαθαρισθούν τα σημαντικά θέματα προτού υπάρξει συνάντηση των ηγετών των δύο Κοινοτήτων και συνεχισθούν οι διαπραγματεύσεις». Συμπεραίνει συνεπώς κανείς ότι οι διαπραγματεύσεις τελικά θα γίνουν μεταξύ του κ. Αναστασιάδη και του κ. Έρογλου ως Προέδρων των δύο Κοινοτήτων και οι σημερινοί διαπραγματευτές απλώς θα αρκεσθούν να ενημερώσουν τις εκατέρωθεν Κυβερνήσεις. Δεν αντιλαμβάνομαι την διαφορά με το παρελθόν παρά μόνο την εμπλοκή, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις, της Ελλάδος στη νέα αυτή διαδικασία όπως ακριβώς και της Τουρκίας. Στις διεθνείς σχέσεις, το γνωρίζουμε όλοι πολύ καλά, δεν έχει τόση σημασία το τι επιθυμείς αλλά το τι είσαι διατεθειμένος να δεχθείς και τι εντυπώσεις αφήνουν οι ενέργειές σου στη διεθνή κοινότητα.
Τη νέα διαδικασία δέχθηκαν όλες οι πλευρές ασμένως [δεν κατάλαβα γιατί ο κ. Αναστασιάδης ευχαρίστησε την Τουρκία για την αποδοχή της]. Η πρόταση αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να είχε προταθεί από την Τουρκία προκειμένου να γίνει επίσημα δεκτός ο Τουρκοκύπριος διαπραγματευτής- ο οποίος, όπως έχει σήμερα η κατάσταση στην κατεχόμενη περιοχή, εκπροσωπεί και τις κατοχικές δυνάμεις και τους Τούρκους έποικους- από εκπρόσωπο του ελληνικού ΥΠΕΞ.
Και την δέχθηκαν ασμένως γιατί κάθε πλευρά τής δίνει το δικό της περιεχόμενο και αναμένει ίδια οφέλη.
– Ο κ. Αναστασιάδης επιχειρεί να δημιουργήσει ένα νέο momentum όχι μόνο με τις συναντήσεις αυτές αλλά και με το περιεχόμενό τους που είναι η πρόταση για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, όπως η επιστροφή της Αμμοχώστου και η λειτουργία του λιμανιού της με την επίβλεψη και παρουσία πάντοτε της Ε.Ε, το άνοιγμα των λιμανιών και των αεροδρομίων της Τουρκίας και η επακόλουθη άρση του βέτο από Κυπριακής πλευράς σε κεφάλαια που αφορούν την ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας κ.λ.π. Οι διαπραγματεύσεις τονίζει ο κ. Αναστασιάδης θα πρέπει να είναι καλά προετοιμασμένες και με σαφές περιεχόμενο με ενεργό παρουσία εκπροσώπου της ΕΕ γιατί η μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κράτους μέλους της ΕΕ σε ένα διζωνικό δικοινοτικό ομόσπονδο Κράτος να μπορεί να λειτουργήσει την επαύριο της λύσης και να διασφαλίζει τα ίδια τα ανθρώπινα δικαιώματα που απολαμβάνουν οι κάτοικοι των άλλων Ευρωπαϊκών Κρατών.
Όλες αυτές οι θέσεις και προϋποθέσεις είναι ασφαλώς ορθές και επαναλαμβάνονται επί σαράντα σχεδόν χρόνια. Μόνο που ο Ελληνοκύπριος διαπραγματευτής θα τις θέσει, υποθέτω, κατά ή μετά την συνάντησή του με τον Τούρκο Αξιωματούχο καθόσον δεν υπάρχει προηγούμενη βάση διαπραγμάτευσης του Ελληνοκύπριου διαπραγματευτή με την Τουρκική πλευρά. Και είναι γνωστή, τουλάχιστον μέχρι τώρα, η στάση της Τουρκίας.
– H Τουρκία και η Τουρκοκυπριακή πλευρά βλέπουν μέσω της νέας διαδικασίας μία οδό που οδηγεί προς τετραμερή Διάσκεψη. Άλλωστε τα Τουρκικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έχουν ήδη αρχίσει να επιχαίρουν. Τόσο ο κ. Αναστασιάδης όσο και ο κ. Βενιζέλος δηλώνουν ότι το νέο αυτό διαπραγματευτικό σχήμα δεν οδηγεί σε τετραμερή διάσκεψη γιατί οι ίδιοι δεν το επιθυμούν και επαναλαμβάνουν την πάγια ελληνική και ελληνοκυπριακή θέση ότι δηλαδή το Κυπριακό πρόβλημα δεν είναι δικοινοτικό, είναι ζήτημα διεθνές, είναι θέμα εισβολής και κατοχής, αλλαγής της πληθυσμιακής σύνθεσης, προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είναι κυρίαρχο Κράτος, μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ και της Ευρωζώνης, ότι έχει μία και μόνη διεθνή νομική προσωπικότητα, ότι επιζητείται μία βιώσιμη και διαρκής λύση στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ασφαλείας, λύση η οποία να είναι συμβατή με το κοινοτικό κεκτημένο και η οποία να μπορεί να γίνει δεκτή από όλο τον Κυπριακό λαό με δημοψήφισμα. Ο κ. Αναστασιάδης σε συνέντευξη τύπου αναφερόμενος στις δύο κοινότητες εδήλωσε : « μας χώρισε η εισβολή και η συνεχιζόμενη κατοχή. Θα πρέπει συνεπώς να διαπραγματευθούμε με αυτούς που είναι υπόλογοι ».
Για όσους όμως γνωρίζουν τις Τουρκικές συμπεριφορές όλα αυτά τα επιχειρήματα αν προβάλλονται διμερώς ηχούν σε «ώτα μη ακουόντων».
Είναι πολύ πιθανόν συνεπώς, ασχέτως αν η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία δεν το επιθυμούν, να δοθούν επιχειρήματα στην Τουρκία για να ζητάει συνομιλίες τετραμερείς ή εν πάση περιπτώσει για αλλαγή του φόρουμ των συνομιλιών από διεθνές σε διακρατικό με προφανείς τους σχετικούς κινδύνους.
Έχω την εντύπωση ότι η επανάληψη των ελληνικών θέσεων απευθύνεται περισσότερο στην ελληνική και ελληνοκυπριακή κοινή γνώμη επειδή τόσο σε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αλλά και σε τμήματα της κοινής γνώμης ή ακόμη και σε πολιτικούς σχηματισμούς υπάρχει ο φόβος της δυσμενούς κατάληξης αυτής της νέας διαδικασίας.
Δεν γνωρίζω αν πριν εκφρασθεί αυτή η πρωτοβουλία περί της νέας διαδικασίας ελήφθη καθόλου υπόψη το Πρωτόκολλο της Άγκυρας του 2005 που αφορά στην ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας στην Ε.Ε. σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία οφείλει να αναγνωρίσει όλες τις μορφές της Κυπριακής κυριαρχίας. Μήπως η αποδοχή του Ελληνοκύπριου διαπραγματευτή από μέρους της Άγκυρας παρουσιασθεί ως ενδοτική θέση της Τουρκίας; Ας μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία θα βρει εν προκειμένω ένθερμους υποστηρικτές τόσο στο πρόσωπο του Επιτρόπου Διεύρυνσης κ. Στέφαν Φούλε όσο και του εκπροσώπου του ΓΓ ΟΗΕ στην Κύπρο κ. Ντάουνερ. Ο πρώτος χαρακτήρισε ήδη «ενθαρρυντική την Απόφαση Αθηνών και Άγκυρας να πραγματοποιήσουν συναντήσεις με τους διαπραγματευτές των δύο Κοινοτήτων» χωρίς καν να αναφερθεί στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας στον οποίον ανήκει η σχετική πρωτοβουλία.
Δεν γνωρίζω αν στις αρμοδιότητες του Επιτρόπου Διεύρυνσης εμπίπτουν τέτοιου είδους σχόλια. Όσον αφορά στον κ. Ντάουνερ, ο Πρόεδρος κ. Αναστασιάδης εδήλωσε σε συνέντευξη τύπου ότι με επιστολή του στον ΓΓ ΟΗΕ «με αυστηρότητα καταγγέλθηκε η στάση και η συμπεριφορά τότε του κ. Ντάουνερ. Ο κ. Ντάουνερ παραμένει στις θέσεις του και εμείς στις δικές μας θέσεις ». Πως λοιπόν ο κ. Ντάουνερ μπορεί να συνεχίζει να προσφέρει στην Κύπρο τις καλές υπηρεσίες ως εκπρόσωπος του Γ.Γ. του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών όταν υπάρχει δεδηλωμένη διαφορά θέσεων μεταξύ του ιδίου και του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας; Ίσως αυτή την δυσχέρεια θα έπρεπε να την αντιληφθεί ο ίδιος ο κ. Ντάουνερ.
Η νέα αυτή διαδικασία προκαλεί μερικά ερωτήματα και απαιτεί ιδιαίτερους χειρισμούς για να μη καταλήξει σε δυσάρεστα για την Κυπριακή υπόθεση αποτελέσματα.
Η πρόταση του κ. Αναστασιάδη ότι θα πρέπει στη διαπραγμάτευση να εμπλακεί και η Τουρκία η οποία είναι υπόλογη δεν είναι βέβαιο ότι θα επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Και τούτο γιατί η πολιτεία της γείτονος έχει δείξει ότι άλλες είναι οι επιθυμίες της ως προς τη λύση του Κυπριακού. Είναι πολύ πιθανόν συνεπώς να παραπέμψουν τους ελληνοκύπριους διαπραγματευτές στους « αρμόδιους Τουρκοκύπριους». Εξάλλου η Τουρκία δεν αποδέχεται ως βάση διαπραγμάτευσης τις Αποφάσεις του ΟΗΕ ή της Ε.Ε, ή την εφαρμογή των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου, τα δε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης έχουν άλλη έννοια κατά την άποψή της. Οι συνεχιζόμενες ελληνοτουρκικές επί σειρά ετών διαπραγματεύσεις με πληθώρα μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης με διερευνητικές συνομιλίες για την υφαλοκρηπίδα [55 γύροι μέχρι σήμερα] χωρίς αποτέλεσμα ίσως βοηθούν στο να αντιληφθεί κανείς τη συμπεριφορά της Τουρκίας.
Δεν είναι σαφές το τι θα μπορούσε να ζητήσει ο Τ/Κ διαπραγματευτής από την Ελληνική Κυβέρνηση αφού η σχέση της Ελλάδος με την Κύπρο είναι τελείως διαφορετική. Η Τουρκία έχει υποκαταστήσει την Τουρκοκυπριακή Κοινότητα ενώ η Ελλάδα απλώς συμπαρίσταται στην Κυπριακή Κυβέρνηση. Δεν υπάρχει ελληνικός στρατός κατοχής ούτε Έλληνες έποικοι. Είναι ασφαλώς βέβαιο ότι ο Έλληνας αξιωματούχος, συνομιλητής του Τουρκοκύπριου διαπραγματευτή θα δώσει τις δέουσες απαντήσεις πλην η επίσκεψη θα καταγραφεί ως εμπλοκή της Ελλάδας στις συνομιλίες.
Όσον αφορά τέλος σε διαδικαστικά ερωτήματα σχετικά με την άφιξη του Τουρκοκύπριου διαπραγματευτή στην Ελλάδα με τι διαβατήριο δηλαδή θα είναι εφοδιασμένος ή αν αποδοχή του από έλληνες αξιωματούχους αποτελεί de facto αναγνώριση του ψευδοκράτους δεν είναι δύσκολο να διευθετηθούν. Όσον αφορά στο διαβατήριο αναμένεται να έρθει με Τουρκικό διαβατήριο καίτοι οι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι είναι εφοδιασμένοι με Κυπριακά διαβατήρια για να είναι ευχερέστερη η επίσκεψή τους κυρίως σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο δε για τη de facto αναγνώριση δεν γεννάται πρόβλημα αφού θα εκπροσωπεί την Τουρκοκυπριακή κοινότητα και όχι το ψευδοκράτος.
Δημοσθένης Κωνσταντίνου