ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΚΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ Του Αντιστρατήγου ε.α. Σ. Παναγόπουλου
ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΚΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Του Αντιστρατήγου ε.α. Σ. Παναγόπουλου
Ολοκληρώθηκε το μεσημέρι του περασμένου Σαββάτου (16/5) η πολυσυζητημένη επίσκεψη εργασίας του Τούρκου Πρωθυπουργού Ρετζίπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα, επικεφαλής δεκαμελούς αντιπροσωπείας του Υπουργικού του Συμβουλίου και ομάδας 100 περίπου επιχειρηματιών, η οποία, πέραν του λαϊκίστικου επικοινωνιακού σκοπού της, τόσο της Άγκυρας όσο και των Αθηνών, κατέδειξε ότι τα κύρια θέματα των διαφορών (που εγείρει η Άγκυρα) διατηρούνται αναλλοίωτα και ότι ο τουρκικός μαξιμαλισμός μάλλον ενισχύεται και δεν υποχωρεί. Η επίσκεψη του Τούρκου Πρωθυπουργού και της συνοδείας του, παρομοιάσθηκε από πολλούς ως απόβαση με σκοπό την πολλαπλή εκμετάλλευση της ελληνικής οικονομικής κρίσεως, «δηλαδή την επίτευξη οικονομικής διεισδύσεως με στόχο τελικό μέσω αυτής να επιτευχθεί ο πολιτικός έλεγχος της Ελλάδος». Τα σημαντικά γεγονότα της επισκέψεως αυτής, ήταν η υπό την προεδρία των Πρωθυπουργών Ελλάδος – Τουρκίας πρώτη συνεδρίαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδος – Τουρκίας, η υπογραφή 21 συμφωνιών «ήπιας πολιτικής» όπως τις χαρακτηρίζουν, μέσω των οποίων θα επιτευχθεί η συνεργασία και η αμοιβαία εμπιστοσύνη, ώστε σταδιακά να αντιμετωπισθούν τα κύρια προβλήματα που δημιουργούν κινδύνους για την ειρήνη στην περιοχή και τέλος οι δηλώσεις για τα θέματα και αμφισβητήσεις που έχει εγείρει η Τουρκία σε βάρος της Ελλάδος στο Αιγαίο, αλλά και στην Κύπρο σ΄ότι αφορά τη διαδικασία επιλύσεως των προβλημάτων. Η Τουρκία με το αίσθημα μιας οικονομικής παγκόσμιας δυνάμεως αλλά και μιας ισχυρής πολιτικής περιφερειακής δυνάμεως στην περιοχή, προσήλθε στην Αθήνα με σκοπό να εκμεταλλευθεί πολλαπλώς την ελληνική κρίση, αποφεύγοντας έντεχνα να εκθέσει τους κύριους Αντικειμενικούς Σκοπούς της, όχι όμως επιτυχώς. Οι 21 συμφωνίες χαμηλής ή ήπιας πολιτικής δεν είναι αρνητικές «a priori», αρκεί να γίνει ορθή εκμετάλλευσή τους από ελληνικής πλευράς. Βέβαια τόσο η συμφωνία, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία θα δέχεται ετήσια μέχρι 1000 λαθρομετανάστες, είναι σταγόνα στον ωκεανό των δεκάδων χιλιάδων λαθρομεταναστών που εισέρχονται στην Ελλάδα παράνομα μέσω Τουρκίας, και αποτελεί επαναβεβαίωση παλαιοτέρας την οποία η Άγκυρα δεν εφήρμοσε, ενώ η αντίστοιχη μεταξύ των Υπουργείων Παιδείας με στόχο την επανεξέταση των ιστορικών εκπαιδευτικών βιβλίων, ελπίζουμε, σ΄ότι αφορά εμάς, να μην αναδείξει μία νέα «κυρία Ρεπούση» καθόσον μας φτάνει επί του παρόντος η «κυρία Δραγώνα». Τα σημαντικά θέματα όμως δεν μας ήλθαν από τα παραπάνω, αλλά από τη συνέντευξη τύπου των δύο πρωθυπουργών, όπου ο κ. Ερντογάν παρουσίασε την σκληρότητα των τουρκικών θέσεων, σύμφωνα με τις οποίες : α. Το casus belli δεν αίρεται μέχρις ότου ευρεθεί κοινά αποδεκτή λύση στα θέματα του Αιγαίου, καλώντας την ελληνική πλευρά να σκεφθεί το λόγο λήψεως αυτής της θέσεως από την Τουρκική Εθνοσυνέλευση. β. Το θέμα της υφαλοκρηπίδος (ηπειρωτικής όπως την προσδιόρισε η τουρκική πλευρά), δύναται να επιλυθεί μεταξύ των δύο πλευρών, καθόσον αυτό είναι ορθότερο από το να το κάνει τρίτος. (Ο προσδιορισμός της υφαλοκρηπίδος ως ηπειρωτικής γίνεται με βάση την μη προσυπογραφή από την Άγκυρα του Διεθνούς Δικαίου για την Θάλασσα που αναγνωρίζει για τα νησιά υφαλοκρηπίδα). γ. Εξίσωσε τον Οικουμενικό Πατριάρχη με τον Μουφτή Ξάνθης και Κομοτηνής, επιδιώκοντας αμοιβαιότητα. δ. Ζήτησε για αποφυγή επεισοδίων στο Αιγαίο, τα ελληνικά και τουρκικά μαχητικά να πετούν άοπλα, ξεχνώντας σκόπιμα ότι τα τουρκικά αεροσκάφη είναι αυτά που παραβαίνουν τους κανόνες εναέριας κυκλοφορίας εντός του FIR Αθηνών, παραβιάζουν σκόπιμα και επίμονα τον εθνικό εναέριο χώρο και κάνουν υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά. Μάλιστα, σε σχετική παρατήρηση Έλληνα δημοσιογράφου, είπε ότι κατά το ΝΑΤΟ παραβιάσεις – παραβάσεις δεν γίνονται (τούτο διότι τα τουρκικά μαχητικά στις περισσότερες των περιπτώσεων φέρουν Νατοϊκό μανδύα). Δηλαδή ζήτησε άκομψα από την ελληνική πλευρά να παραιτηθεί από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της. ε. Πρότεινε πενταμερή διάσκεψη για το Κυπριακό (εγγυήτριες δυνάμεις και οι δύο κοινότητες) με στόχο την επίτευξη λύσεως στα πλαίσια ενός βελτιωμένου σχεδίου «Ανάν» για την Τουρκία και τους Τουρκοκυπρίους.
Την Δευτέρα 17/5 ο Τούρκος πρωθυπουργός, επισκεπτόμενος την Κωνσταντινούπολη, δήλωσε ότι : «Τόσο για το θέμα της υφαλοκρηπίδος όσο και για το θέμα του εναερίου χώρου μπορούμε να πάμε στη Χάγη. Μπορούμε να φτάσουμε σε κάποιο αποτέλεσμα με την αντίληψη Win-Win (αμοιβαίου κέρδους). Κατά την περίοδο που ο κ. Παπανδρέου ήταν ΥΠΕΞ είχαν πραγματοποιηθεί σημαντικά βήματα. Τώρα θα αρχίσουμε και πάλι από το σημείο που είχαμε μείνει. Θα δούμε αν μπορεί να τεθεί κάποιο χρονοδιάγραμμα για την επίλυση των προβλημάτων. Παράλληλα, ως ένδειξη καλής θελήσεως, θα μπορούσε να συμφωνηθεί ως ένα ακόμη βήμα, τα αεροσκάφη να πετούν χωρίς οπλισμό και να ανακοινώνεται αμοιβαία η διαδρομή που θα ακολουθήσουν». Η τελευταία τοποθέτηση είναι η χειρότερη των όσων εξέφρασε ο Τούρκος πρωθυπουργός στην Αθήνα, καθόσον : α. Η προσφυγή στη Χάγη για την ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα και μόνον, άρα με απεμπόληση του Διεθνούς Δικαίου που δέχεται νησιωτική υφαλοκρηπίδα, συνδυάζεται και με την έκταση του εναερίου χώρου της Ελλάδος που είναι 10 μίλια, ώστε να περιοριστεί στα 6, όση και η έκταση του εθνικού θαλασσίου χώρου, τον οποίο η πατρίδα μας αποφεύγει να επεκτείνει κατά το Διεθνές Δίκαιο στα 12 ν.μ., λόγω του casus belli της Τουρκίας. β. Χρονοδιάγραμμα για την επίλυση των προβλημάτων γειτνίασης μεταξύ Ελλάδος – Τουρκίας είχε τεθεί το 1999, με σκοπό τα όποια θέματα να επιλυθούν έστω και με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο, μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ τον Δεκέμβριο του 2004, οπότε ανάλογα των εξελίξεων θα ξεκίναγε η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας. Στη Σύνοδο αυτή (17 Δεκεμβρίου 2004) η Ελλάδα, καίτοι δεν υπήρξε πρόοδος ή επίλυση των διμερών προβλημάτων με την Τουρκία, δεν πίεσε την κατάσταση και δεν εμπόδισε την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Το χρονοδιάγραμμα του 1999 είχε διεθνή μορφή και δεν εφαρμόσθηκε από την Τουρκία και τώρα πρέπει εμείς να πιστεύσουμε μόνο σε τουρκική αυτοδέσμευση. γ. Οι πτήσεις αόπλων μαχητικών στο χώρο του Αιγαίου αμοιβαία, επεκτείνεται τώρα και στην κατάθεση και από τις δύο πλευρές σχεδίων πτήσεων. Και βέβαια για την τουρκική πλευρά αυτό είναι κατανοητό, διότι αυτή εισέρχεται στο FIR Αθηνών, για την Ελλάδα όμως και με δεδομένο ότι τα μαχητικά μας δεν εισέρχονται εντός του FIR Αγκύρας, πετούν στον FIR Αθηνών και εντός του εθνικού εναερίου χώρου, γιατί;
Είναι προφανές ότι παρά τις όποιες προσπάθειες σύγκλισης, κατανόησης, δυστυχώς και υποχωρητικότητας που έχει επιδείξει η Ελλάδα ως προς τα κυριαρχικά της δικαιώματα, η Τουρκία δεν υποχωρεί, αλλά χρόνο με χρόνο τσιμεντοποιεί τις θέσεις της και δημιουργεί νέες απαιτήσεις στα πλαίσια της θεωρίας του «Στρατηγικού Βάθους», της ανατροπής των διεθνών συνθηκών υπέρ των συμφερόντων της και της φιλοσοφίας του νέο-οθωμανισμού που πρεσβεύει σήμερα η τουρκική ηγεσία. Η θεωρία του Τούρκου ΥΠΕΞ κ. Νταβούτογλου περί «μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες» ήδη εφαρμόζεται στην σχέση της Τουρκίας με την Ελλάδα. Αντ΄αυτού, και ενώ η εδώ ηγεσία γνωρίζει το θηριώδες εξοπλιστικό πρόγραμμα της Τουρκία, αυτοπεριπαίζεται προβάλλοντας τον «αμοιβαίο περιορισμό των εξοπλισμών» ενώ γνωρίζει ότι από το 2004 η Ελλάδα έχει εφαρμόσει πρόγραμμα αυτοαφοπλισμού της. Από τις πολιτικές που εφαρμόσθηκαν διαχρονικά σήμερα, οι Τούρκοι μας υποτιμούν και είναι χαρακτηριστική η απάντηση Τούρκων δημοσιογράφων σε Έλληνες ομολόγους τους ότι, η Τουρκία «δεν θεωρεί την Ελλάδα απειλή δι΄αυτήν». |