ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ – ΟΙ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΩΣ ΑΙΤΙΑ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ – ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
8ο ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ
1η ΣΤΡΑΤΙΑ – Α.Τ.Α.
11-13 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2008
«ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΧΗ – ΟΙ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΩΣ ΑΙΤΙΑ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ – ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΠΙΘΑΝΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ»
«ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΔΕΥΤΕΡΗ Η ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΗ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ»
Υπό Δρ Σταμάτη Γεωργούλη
Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν κατά τη διάρκεια της ανεπίσημης επίσκεψής του στην ελληνική Θράκη στις 9 Μαΐου 2004, ενεργώντας με ιδιαίτερη προσοχή αποκάλεσε τους Μουσουλμάνους «αδελφούς της Θράκης» και όχι «Τούρκοι μας», όπως συνήθιζαν να τους αποκαλούν πεισματικά οι προκάτοχοί του πολιτικοί, πυροδοτώντας συχνά ένα κλίμα εθνικισμού και έντασης μεταξύ των δυο χωρών.
Ο κ. Ερντογάν τόνισε μάλιστα με έμφαση ότι «είστε πολίτες της Ελλάδας και ταυτόχρονα της Ευρωπαϊκής Ένωσης» και τους παρότρυνε να εργαστούν για την πρόοδο της Ελλάδας αφού το μόνο που θα κάνουν είναι να επωφεληθούν και οι ίδιοι, χωρίς βεβαίως να χάσουν τις αξίες τους, αλλά ούτε και αποφύγουν να ενσωματωθούν στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία [2].
Οι δηλώσεις αυτές λειτούργησαν κατευναστικά, ξεπερνώνοντας τους μακροχρόνιους σκοπέλους που δηλητηρίαζαν το ταραγμένο τοπίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Η Τουρκική πλευρά κατηγορούσε την ελληνική για καταπίεση της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης και η ελληνική πλευρά για εξόντωση της ελληνικής ορθόδοξης μειονότητας της Κωνσταντινουπόλεως, Ίμβρου και Τενέδου.
Άλλωστε ο Τούρκος πρωθυπουργός αναγνώρισε ότι και οι μειονότητες στη χώρα του αντιμετωπίζουν προβλήματα. Και γνωρίζει πολύ καλά ότι όσο τα προβλήματα τα παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία παραμένουν άλυτα, τόσο η πόρτα της Ευρωπαϊκής Ένωσης γι αυτήν θα παραμένει ερμητικά κλειστή.
Στο σημείο αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμη μια σύντομη ιστορική αναφορά στη μουσουλμανική θρησκευτική μειονότητα της Θράκης που προέκυψε αναγκαστικά σύμφωνα με τη συνθήκη της Λοζάνης του 1923. Η μουσουλμανική αυτή θρησκευτική μειονότητα [3] έχει τις ίδιες ιστορικές καταβολές με τις υπόλοιπες μουσουλμανικές και τουρκικές μειονότητες που δημιουργήθηκαν στα Βαλκάνια με την κατάληψη της Θράκης, αρχικά [4] το 1352 και της Κωνσταντινουπόλεως τελικά το 1453, από τους Οθωμανούς Τούρκους που παρέμειναν στη περιοχή για 6 περίπου αιώνες μέχρι την οριστική κατάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1920.
Όταν ξέσπασε η ελληνική επανάσταση του 1821 που οδήγησε στην αναγνώριση της Ελληνικής ανεξαρτησίας το 1830 από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να δεσμευτεί για την προστασία όλων των μειονοτήτων της επικράτειάς της και μεταξύ αυτών και της μουσουλμανικής, δεδομένου ότι στη χώρα κυριάρχησε ένα πνεύμα εθνικής κάθαρσης, εξαιτίας της μακροχρόνιας καταπιεστικής οθωμανικής διακυβέρνησης.
Έτσι τόσο με το πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 που κατοχύρωσε την ελληνική ανεξαρτησία, όσο επίσης και με τη Συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως του 1881, τη Συνθήκη Ειρήνης των Αθηνών του 1913, τη Συνθήκη των Σεβρών του 1920 και τη Συνθήκη της Λοζάνης του 1923, καθώς και τους εσωτερικούς ελληνικούς νόμους 2345/1920 και 1920/1991 η χώρα κατοχύρωσε ρητά και ανεπιφύλακτα τη θρησκευτική ελευθερία των μουσουλμάνων στην ελληνική έννομη τάξη [5].
Πάντως η μουσουλμανική μειονότητα ήταν και παρέμεινε μια μικρή σχετικά με τον συνολικό πληθυσμό της χώρας θρησκευτική πληθυσμιακή ομάδα, που αποτελεί μόλις και μετά βίας το 1% περίπου του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα είναι από τις πλέον ομογενείς πληθυσμιακά χώρες σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η μειονότητα ανέρχεται σήμερα σε 105.000 περίπου άτομα [6] τουρκογενούς, πομακικής και αθιγγανικής προέλευσης [7], που κατοικούν σχεδόν αποκλειστικά στους τρεις νομούς της Ελληνικής Θράκης δηλαδή Έβρου, Ροδόπης και Ξάνθης ως εξής:
Τουρκογενείς Πομάκοι Αθίγγανοι Σύνολο
ΝΟΜΟΣ ΕΒΡΟΥ 1800 1700 5000 8500
ΝΟΜ. ΞΑΝΘΗΣ 7000 35000 5000 47000
ΝΟΜ. ΡΟΔΟΠΗΣ 41000 5500 4000 49500
ΣΥΝΟΛΟ 49800 42200 14000 105.000
Η μειονότητα αυτή ανήκει στη συντριπτική της πλειοψηφία στο σουννιτικό χανεφιτικό δόγμα που θεωρείται ως το ορθόδοξο δόγμα στους κόλπους του Ισλάμ. Αρκετοί είναι όμως οι μουσουλμάνοι στα ορεινά των Νομών Ροδόπης και Έβρου που ανήκουν στη θρησκευτική τάση των μπεκτασήδων [8] κιζιλμπάζηδων του αλεβητικού δόγματος. Το θρησκευτικό αυτό δόγμα θεωρείται σύμφωνα με τη γνώμη της ισλαμικής πλειοψηφίας ως αιρετικό. Είναι πάντως γεγονός ότι το σύνολο των μουσουλμάνων της Θράκης υπάγεται στη δικαιοδοσία των τριών μουφτήδων, Ξάνθης, Κομοτηνής και Διδυμοτείχου.
Οι μουσουλμάνοι της Ελλάδας εξαιρέθηκαν της ανταλλαγής των πληθυσμών της Συνθήκης της Λοζάνης του 1923, σύμφωνα με την αρχή της αμοιβαιότητας που επέτρεπε παράλληλα την παραμονή στην Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο των Ελλήνων ορθοδόξων υπηκόων της Τουρκίας.
Η συντριπτική πλειοψηφία της μειονότητας διαμένει στους τρεις Νομούς της Ελληνικής Θράκης την Ξάνθη, τη Ροδόπη και τον Έβρο, ενώ ανεξακρίβωτος αριθμός έχει μεταναστεύσει στην Τουρκία, τη Δυτική Ευρώπη καθώς και στα μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας όπως τη Θεσσαλονίκη και κατά κύριο λόγο την Αθήνα.
Η μειονότητα είναι οργανωμένη σε τρεις Μουφτείες της Ξάνθης, της Κομοτηνής και του Διδυμοτείχου με επικεφαλής το Μουφτή [9], που αποτελεί τον ανώτατο θρησκευτικό, πνευματικό, δικαστικό και διοικητικό λειτουργό στους κόλπους της μειονότητας με ευρύτατες θρησκευτικές, διοικητικές, δικαστικές και διαχειριστικές αρμοδιότητες. Ο Μουφτής σύμφωνα με το νόμο «ασκεί δικαιοδοσία μεταξύ μουσουλμάνων Ελλήνων πολιτών της περιφερείας του επί γάμων, διαζυγίων, διατροφών, επιτροπειών, κηδεμονιών, χειραφεσίας ανηλίκων, ισλαμικών διαθηκών και της εξ αδιαθέτου διαδοχής εφόσον οι σχέσεις αυτές διέπονται από τον Ιερό Μουσουλμανικό Νόμο [10]».
Κατά συνέπεια αποτελεί τον ανώτατο δικαστικό λειτουργό της μουσουλμανικής μειονότητας, που δικάζει με την ιδιότητα του Ιεροδίκη επί τη βάσει της «Σαρία [11]», δηλαδή του Μουσουλμανικού Ιερού Δικαίου. Παράλληλα ασκεί και καθήκοντα θρησκευτικής φύσεως που πηγάζουν από το ίδιο δίκαιο, όπως σχετικές γνωμοδοτήσεις, διορισμούς και παύσεις μουσουλμάνων θρησκευτικών λειτουργών και τέλεση ή επικύρωση θρησκευτικών γάμων μεταξύ μουσουλμάνων.
Με άλλα λόγια ο Μουφτής στην Ελλάδα έχει περιβληθεί θεσμικά με πλήθος αρμοδιοτήτων και εξουσιών τις οποίες δεν διέθετε ασφαλώς επί οθωμανικής περιόδου, αφού ήταν απλά και μόνο θεολόγος και όχι ιερωμένος εντεταλμένος με την σύνταξη και έκδοση ιερονομικών γνωμοδοτήσεων τους «φετβάδες [12]», σύμφωνα με το ιερό δίκαιο, χωρίς αυτές πάντως να είχαν υποχρεωτική ισχύ για το φυσικό φορέα της ισλαμικής δικαιοσύνης τον καδή [13].
Το γεγονός αυτό καθιστά το θεσμό του Μουφτή ιδιότυπο (ιδιόμορφο) θεσμό της εσωτερικής έννομης τάξης με παγκόσμια ίσως μοναδικότητα, αφού κανένας άλλος ομόλογός του Μουφτής δεν διαθέτει ανάλογες ή αναλογικές με το Μουφτή της Ελλάδας αρμοδιότητες [14].
Η μειονότητα αυτή διέπεται από ένα εξαιρετικά ισχυρό προστατευτικό νομικό πλαίσιο και βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την ελληνική μειονότητα της Τουρκίας λόγω του καθεστώτος της αμοιβαιότητας που έχει επιβάλλει η Συνθήκη της Λοζάνης του 1923 και η οποία έχει σχεδόν εξοντωθεί ολοκληρωτικά σήμερα.
Πάντως αναφορικά με το γεγονός της εκλογής μουφτή στις μουφτείες της Θράκης την οποία σκόπιμα επιχειρούν να επιβάλλουν από το 1990 και μετέπειτα ορισμένοι κύκλοι που ελέγχονται από το Τουρκικό Προξενείο της Κομοτηνής, σε καμιά νομική διάταξη δεν προβλέπεται «εκλογή» των μουσουλμάνων θρησκευτικών λειτουργών. Αλλά και οι δυο προγενέστερες διεθνείς συνθήκες (Αθηνών 1913 και Σεβρών 1920), παρόλο που αναφερόταν στη λέξη εκλογή, ουδέποτε στην πράξη εφαρμόστηκε αυτή η διαδικασία στα 70 χρόνια ισχύος του Νόμου 2345/1920. Κάτι τέτοιο δεν χρειάστηκε ούτε ζητήθηκε ποτέ από τους ίδιους τους μουσουλμάνους, λόγω αδυναμίας εφαρμογής ακόμη και στην ίδια την Τουρκία, αλλά και τις υπόλοιπες ισλαμικές χώρες, με αποτέλεσμα αυτός να περιπέσει σε αχρησία. Άλλωστε όταν τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη Ειρήνης των Αθηνών του 1913 η Θράκη δεν αποτελούσε ακόμη τμήμα της Ελληνικής επικράτειας και κατά συνέπεια οι διατάξεις της κατέστησαν άνευ αντικειμένου μετά την υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 1923.
Τη διαδικασία της μη εκλογής άλλωστε δικαιολογεί και η παγκόσμια σχεδόν πρακτική, αφού κανένας άλλος μουφτής σε όλο σχεδόν τον κόσμο δεν εκλέγεται, αλλά διορίζεται από την Κυβέρνηση, όπως για παράδειγμα ο Μουφτής στην Τουρκία καθώς και στο σύνολο των υπολοίπων ισλαμικών χωρών [15].
Από την παγκόσμια αυτή πρακτική δεν θα μπορούσε ασφαλώς να εξαιρεθεί και ο μουσουλμάνος θεολόγος Έλληνας πολίτης και κάτοικος της Κομοτηνής κ. Ιμπραήμ Σερίφ, ο οποίος διεκδίκησε το αξίωμα του Μουφτή με την υποστήριξη των δυο ανεξάρτητων Βουλευτών Ροδόπης και Ξάνθης. Κατάφερε μάλιστα με πρωτότυπο και «αντικανονικό» κατά την άποψη των ελληνικών Αρχών τρόπο την εκλογή του από πιστούς της Μουφτείας Ροδόπης, μέσα στα Τεμένη δια ανατάσεως της χειρός στις 28 Δεκεμβρίου 1990. Άγνωστη στην ελληνική εσωτερική έννομη τάξη η πρακτική αυτή, ουδέποτε αναγνωρίστηκε από την επίσημη Πολιτεία και ο «αυτοεκλεγμένος» με τον ιδιάζοντα αυτό τρόπο «μουφτής» χαρακτηρίστηκε ως «νόθος ή ψευδομουφτής [16]» από την επίσημη Πολιτεία.
Το κράτος διόριζε πάντα τους μουφτήδες κατά πάγια πρακτική που υποστηρίχτηκε και από τους μουσουλμάνους πιστούς τους. Αυτό συνέβη πέντε συνεχόμενες φορές στη Μουφτεία Ροδόπης κατά τα έτη 1920, 1935, 1944, 1949 και 1985. Οι μουσουλμάνοι πιστοί της μουφτείας αυτής αποδέχτηκαν ανεπιφύλακτα και με σεβασμό τους διορισμένους θρησκευτικούς λειτουργούς τους, όπως απαιτεί η ισλαμική παράδοση και πίστη.
Κατά συνέπεια ο κ. Σερίφ βρέθηκε ευθύς εξ αρχής σε ευθεία αντιπαράθεση με τον επίσημα τοποθετημένο από τις Αρχές Μουφτή της Ροδόπης και επομένως και με την επίσημη Πολιτεία. Το ίδιο συνέβη άλλωστε και με το Τοποτηρητή της Μουφτείας της Ξάνθης κ. Αγγά, ο οποίος αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον νόμιμα διορισμένο Μουφτή Ξάνθης Εμίν Σινίκογλου. Αποτέλεσμα αυτή της κατάστασης είναι να υπάρχουν σήμερα δυο νόμιμα τοποθετημένοι μουφτήδες ο Μέτσο Τζεμαλή στη Ροδόπη και ο Εμίν Σινίκογλου στην Ξάνθη, οι οποίοι αναγνωρίζονται μεν από την Ελλάδα όχι όμως από την Τουρκία. Αντίθετα οι μη νόμιμα διορισμένοι κκ. Αγγά στη Ξάνθη και Σερίφ στη Κομοτηνή αναγνωρίζονται μεν από την Τουρκία, όχι όμως και από την Ελλάδα. Η κατάσταση αυτή συχνά δημιουργεί συχνά εντάσεις και προστριβές.
Στο πεδίο τώρα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ η Ελλάδα αναγνωρίζει ρητά όλες τις διεθνείς συμβάσεις και εφαρμόζει τους κανόνες προστασίας των δικαιωμάτων της μουσουλμανικής μειονότητας, αντίθετα η Τουρκία τους παραβιάζει συστηματικά και κατ’ εξακολούθηση από το 1923, άλλοτε με πράξεις του ιδίου του κράτους και άλλοτε με παραλήψεις και σκόπιμες ανοχές.
Τα άρθρα 14 και 37 μέχρι και 44 της Συνθήκης της Λοζάνης προστατεύουν ολοσχερώς όλα των δικαιώματα της ελληνικής ορθόδοξης μειονότητας στην Τουρκία, όπως και της μουσουλμανικής μειονότητας στην Ελλάδα σύμφωνα με τη βασική αρχή της αμοιβαιότητας που είναι βασική αρχή του Διεθνούς Δικαίου και αναφέρεται ρητά στο άρθρο 45 της ιδίας συνθήκης.
Ωστόσο όμως η Τουρκία στα 80 περίπου χρόνια εφαρμογής της συνθήκης αυτής παραβίασε συστηματικά όλα τα άρθρα της, προκαλώντας άλλοτε σκόπιμα και άλλοτε με τη συστηματική ανοχή της τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1955 στα οποία 5000 ελληνικές κατοικίες και καταστήματα στην Κωνσταντινούπολη κάηκαν και 16 Έλληνες δολοφονήθηκαν, περιορίζοντας την εκλογή του Πατριάρχη μόνο μεταξύ Τούρκων υπηκόων ορθοδόξων κληρικών, αφαιρώντας τεράστια τμήματα των ακινήτων περιουσιών των Ελλήνων της Τουρκίας και κλείνοντας οριστικά τις πόρτες της Θεολογική Σχολής της Χάλκης για την οποία όμως πρόσφατα ο Τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν «δέχτηκε να δεσμευτεί για πρώτη φορά δημοσίως για την επαναλειτουργία της… [17]».
Αποτέλεσμα αυτής της κατάφορης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ελλήνων ορθοδόξων της Τουρκίας είναι η ριζική συρρίκνωσή τους σε 2000 περίπου υπερήλικες, ενώ αντίστροφα η μουσουλμανική μειονότητα της Ελλάδας απολαμβάνει όλων των δικαιωμάτων της ελληνικής πολιτείας χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αυξάνεται αριθμητικά υπερβαίνοντας σήμερα τις 100 και πλέον χιλιάδες.
Για όλους τους ανωτέρω λόγους η Ελλάδα πρέπει να απαιτήσει της εφαρμογή των διεθνών συνθηκών και η Τουρκία να τις σεβαστεί εάν βεβαίως επιθυμεί να διατηρήσει ελπίδες για να καταστεί τελικά ένα κράτος δικαίου και να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής οικογένειας.
[4] Γεώργιος Βογιατζής «Η Πρώιμη Οθωμανοκρατία στη Θράκη. Άμεσες δημογραφικές συνέπειες» Ηρόδοτος 1998, σελ. 85.
[5] Βλ. σχ. Σταμάτη Γεωργούλη <<Ο θεσμός του Μουφτή στην ελληνική και αλλοδαπή έννομη τάξη>>, Α.Ν.Σάκκουλα,1993, σελ. 23-26.
[6] Ανεπίσημες κατά προσέγγιση εκτιμήσεις μελετητών της περιοχής της Θράκης, διότι η Ελλάδα έχει παύσει από το έτος 1951 να καταγράφει τον πληθυσμό της στις επίσημες απογραφές με βάση το θρήσκευμα, γεγονός που επιτρέπει άλλοτε την υπέρμετρη και σκόπιμη αριθμητική διόγκωση των μελών της μειονότητας και άλλοτε την σημαντική αριθμητική συρρίκνωση του πληθυσμού της ανάλογα με τις επιδιωκόμενες σκοπιμότητες της κάθε πλευράς που τις επιχειρεί.
[7] Για τη <<φυλετική πανσπερμία>> της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης που εκτός από τον κλασσικό επίσημο διαχωρισμό σε Τουρκογενείς, Πομάκους και Αθιγγάνους περιλαμβάνει επίσης σε μικρούς αριθμούς μουσουλμάνους Γιουρούκους, Ταταρομογγόλους, Κιρκάσιους, Κούρδους, Νέγρους και Αραπάδες, βλ.σχ. στο Στ. Γεωργούλη, όπ.π σελ. 42.
[8] Ο αριθμός των πιστών αυτών υπολογίζεται σε 1.500 περίπου οπαδούς και διαμένει στα χωριά Χλόη, Άνω και Κάτω Καμπή, Μυρτίσκη και Χαμηλό του Νομού Ροδόπης καθώς και στα χωριά Μικρό Δέρειο, Πετρόλοφος, Σιδηρώ, Ρούσσα, Γονικό, Άνω και Κάτω Μικράκιο, Κισσός και Ουράνια του Νομού Έβρου. Οι μυημένοι πιστοί λατρεύουν το γαμπρό του Μωάμεθ τον Αλή και πολλούς χριστιανούς Αγίους όπως τον Άγιο Γεώργιο, τον Άγιο Δημήτριο, τον Προφήτη Ηλία, ενώ αποδίδουν τιμές και στην Παναγία. Οι πομάκοι αυτοί επιτρέπουν μεταξύ τους την οινοποσία και επιδίδονται σε μυστηριακές τελετές μέσα στα ιερά μοναστηριακά τους συγκροτήματα τους τεκέδες. Ονομαστότερος τεκές στην περιοχή είναι ο τεκές το Κιζίλ Ντελή στο χωριό Ρούσσα του Σουφλίου. Βλ.σχ. Ζεγκίνης Ευτράτιος <<Ο Μπεκτασισμός στη Δυτική Θράκη. Συμβολή στη διάδοση του μουσουλμανισμού στην Ελλάδα>>, ΙΜΧΑ, 1989.
[9] Περισσότερα για το θεσμό του Μουφτή στην Ελλάδα βλ. στο Σ. Μηναϊδη <<Η θρησκευτική ελευθερία των μουσουλμάνων στην ελληνική έννομη τάξη>>, Α. Ν. Σάκκουλας, 1990, Ζ. Μέκο <<Οι αρμοδιότητες του μουφτή και η ελληνική νομοθεσία>>, Α.Ν.Σάκκολας, 1991, Ζ. Μέκο <<Ο μουφτής και η ελληνική νομοθεσία>>, Α.Ν.Σάκκουλας, , Γ. Μπεκιαρίδης <<Οι Μουφτήδες ως θρησκευτικοί ηγέται των μουσουλμάνων της περιφερείας των και ως δημόσιαι αρχαί>>.
[15] Διορισμός Μουφτή ισχύει εκτός από την Τουρκία και στην Αίγυπτο, το Μαρόκο, την Τυνησία, την Ιορδανία, την Αλγερία, το Λίβανο, τη Ρουμανία, το Ισραήλ για τα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη και τη Γαλλία από τις Αραβικές χώρες για τα 4.000.000 περίπου των μουσουλμάνων που στην πλειοψηφία τους προέρχονται από Αραβικές χώρες., στο Στ. Γεωργούλη, ό.π., σελ. 110-111.